„μαζί“: επίρρημα μαζί [maˈzi]επίρρημα | Adverb adv Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) zusammen, dabei, bei sich zusammen μαζί μαζί dabei, bei sich μαζί μαζί μου μαζί μαζί μου exemples μαζί μου mit mir μαζί μου μαζί μου bei mir μαζί μου έχω κάτι μαζί μου etwas bei sich haben, etwas dabeihaben έχω κάτι μαζί μου μαζί μ’ αυτήν/της zusammen mit ihr μαζί μ’ αυτήν/της masquer les exemplesmontrer plus d’exemples