Traduction Grec-Allemand de "ρούχα"

"ρούχα" - traduction Allemand

ρούχα
[ˈruxa]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl

Vue d'ensemble de toutes les traductions

(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)

  • Kleiderπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
    ρούχα
    ρούχα
  • Kleidungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    ρούχα ρουχισμός
    ρούχα ρουχισμός
exemples
καλοκαιρινά ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Sommerkleidungθηλυκό | Femininum, weiblich f
καλοκαιρινά ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
γυναικεία ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Damenbekleidungθηλυκό | Femininum, weiblich f
γυναικεία ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
ευαίσθητα ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Feinwäscheθηλυκό | Femininum, weiblich f
ευαίσθητα ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
αλλάζω ρούχα
sich umkleiden
αλλάζω ρούχα
καθημερινά ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Alltagskleidungθηλυκό | Femininum, weiblich f
καθημερινά ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
επώνυμα ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Designerkleidungθηλυκό | Femininum, weiblich f
επώνυμα ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
πρόχειρα ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Hausanzugαρσενικό | Maskulinum, männlich m
πρόχειρα ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
χειμωνιάτικα ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Winterkleidungθηλυκό | Femininum, weiblich f
χειμωνιάτικα ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Polizist, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
in Zivil
αθλητικά ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Sportkleidungθηλυκό | Femininum, weiblich f
αθλητικά ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
πολιτικά ρούχα
Zivilουδέτερο | Neutrum, sächlich n
πολιτικά ρούχα
παιδικά ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Kinderkleidungθηλυκό | Femininum, weiblich f
παιδικά ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
σπορ ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Freizeitkleidungθηλυκό | Femininum, weiblich f
σπορ ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
χρωματιστά ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl
Buntwäscheθηλυκό | Femininum, weiblich f
χρωματιστά ρούχαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl

Donnez-nous votre avis !

Comment trouvez-vous le dictionnaire en ligne de Langenscheidt ?

Nous vous remercions pour votre évaluation !

Vous avez un commentaire concernant nos dictionnaires en ligne ?

Il manque une traduction, il y a une erreur ou vous voulez juste dire du bien de nous ? Il vous suffit de remplir le formulaire. L'adresse e-mail est facultative et ne sert qu'à répondre à vos demandes conformément aux règles de confidentialité.

Veuillez confirmer que vous êtes bien un être humain en cochant cette case.*

*Champ obligatoire

Veuillez remplir les champs marqués.

Nous vous remercions pour votre commentaire !

Rendez-nous visite au :