Traduction Allemand-Grec de "die"

"die" - traduction Grec

die
Artikel | άρθρο artFemininum, weiblich | θηλυκό f <Nominativ | ονομαστικήnomSingular | ενικός sg>

Vue d'ensemble de toutes les traductions

(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)

  • ο, η, το
    die
    die
  • τη(ν)
    die Akkusativ | αιτιατικήakkSingular | ενικός sg
    die Akkusativ | αιτιατικήakkSingular | ενικός sg
  • οιMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f
    die Nominativ | ονομαστικήnomPlural | πληθυντικός pl
    ταNeutrum, sächlich | ουδέτερο n
    die Nominativ | ονομαστικήnomPlural | πληθυντικός pl
    die Nominativ | ονομαστικήnomPlural | πληθυντικός pl
  • τουςMaskulinum, männlich | αρσενικό m
    die Plural | πληθυντικόςpl
    τιςFemininum, weiblich | θηλυκό f
    die Plural | πληθυντικόςpl
    ταNeutrum, sächlich | ουδέτερο n
    die Plural | πληθυντικόςpl
    die Plural | πληθυντικόςpl
die
Relativpronomen | αναφορική αντωνυμία rel prFemininum, weiblich | θηλυκό f <Nominativ | ονομαστικήnomSingular | ενικός sg>

Vue d'ensemble de toutes les traductions

(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)

  • που, η οποία
    die
    die
  • που, την οποία
    die Akkusativ | αιτιατικήakkSingular | ενικός sg
    die Akkusativ | αιτιατικήakkSingular | ενικός sg
  • που, οι οποίοιMaskulinum, männlich | αρσενικό m
    die Nominativ | ονομαστικήnomPlural | πληθυντικός pl
    οι οποίεςFemininum, weiblich | θηλυκό f
    die Nominativ | ονομαστικήnomPlural | πληθυντικός pl
    τα οποίαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n
    die Nominativ | ονομαστικήnomPlural | πληθυντικός pl
    die Nominativ | ονομαστικήnomPlural | πληθυντικός pl
die
Demonstrativpronomen | δεικτική αντωνυμία dem pr <Nominativ | ονομαστικήnomPlural | πληθυντικός pl>

Vue d'ensemble de toutes les traductions

(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)

  • αυτοίMaskulinum, männlich | αρσενικό m
    die
    αυτέςFemininum, weiblich | θηλυκό f
    die
    αυτάNeutrum, sächlich | ουδέτερο n
    die
    die
die nackte Wahrheit
η γυμνή αλήθεια
die nackte Wahrheit
die meisten
οι περισσότεροιMaskulinum Plural | πληθυντικός αρσενικού mpl
die meisten
die UNESCO
η UNESCOFemininum, weiblich | θηλυκό f
die UNESCO
die Ärmste!
την καημένη!
die Ärmste!
die Dings
η πώς την λένε
die Dings
die Mitwirkenden
ο θίασοςMaskulinum, männlich | αρσενικό m
die Mitwirkenden
die SeychellenPlural | πληθυντικός pl
οι ΣεϋχέλλεςFemininum Plural | πληθυντικός θηλυκού fpl
die SeychellenPlural | πληθυντικός pl
die Hauptrolle spielenauch | και, επίσης a. in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig
die Hauptrolle spielenauch | και, επίσης a. in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig
η ΠροβηγκίαFemininum, weiblich | θηλυκό f
die Provence
die europäische Währungsunion
η Ευρωπαϊκή νομισματική ένωση
die europäische Währungsunion
die Kurve kratzen umgangssprachlich | οικείοumg
το βάζω στα πόδια
die Kurve kratzen umgangssprachlich | οικείοumg
η δεκαετίαFemininum, weiblich | θηλυκό f
το τείχος των δακρύων
η επιθετική γραμμήFemininum, weiblich | θηλυκό f
die Offensive

Donnez-nous votre avis !

Comment trouvez-vous le dictionnaire en ligne de Langenscheidt ?

Nous vous remercions pour votre évaluation !

Vous avez un commentaire concernant nos dictionnaires en ligne ?

Il manque une traduction, il y a une erreur ou vous voulez juste dire du bien de nous ? Il vous suffit de remplir le formulaire. L'adresse e-mail est facultative et ne sert qu'à répondre à vos demandes conformément aux règles de confidentialité.

Veuillez confirmer que vous êtes bien un être humain en cochant cette case.*

*Champ obligatoire

Veuillez remplir les champs marqués.

Nous vous remercions pour votre commentaire !

Rendez-nous visite au :