„Hauptrolle“: Femininum, weiblich HauptrolleFemininum, weiblich | θηλυκό f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) κύριος βασικός ρόλος κύριοςoder | ή od βασικός ρόλοςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Hauptrolle Hauptrolle exemples die Hauptrolle spielenauch | και, επίσης a. in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig πρωταγωνιστώ die Hauptrolle spielenauch | και, επίσης a. in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig