„Ball“: Maskulinum, männlich BallMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-(e)s; Bälle> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) μπάλα, τόπι μπάλαFemininum, weiblich | θηλυκό f Ball zum Spielen τόπιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Ball zum Spielen Ball zum Spielen exemples Ball spielen παίζω μπάλα Ball spielen am Ball sein Sport | αθλητισμόςSPORT έχω την κατοχή της μπάλας am Ball sein Sport | αθλητισμόςSPORT am Ball bleiben in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig συνεχίζω να προσπαθώ am Ball bleiben in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig
„Ball“: Maskulinum, männlich BallMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-(e)s; Bälle> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) χορός χορόςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Ball Tanzveranstaltung Ball Tanzveranstaltung