„μία“ μία [ˈmia], μια [mja]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) ein, eine, ein ein, eine, ein μία μία exemples από τη μια …, από την άλλη einerseits …, and(e)rerseits από τη μια …, από την άλλη στη μία um ein Uhr, um eins στη μία μια άλλη φορά ein andermal μια άλλη φορά