Maus
Femininum, weiblich | θηλυκό f <-; Mäuse>Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- ποντικόςMaskulinum, männlich | αρσενικό mMausMaus
- ποντίκιNeutrum, sächlich | ουδέτερο nMaus auch | και, επίσηςa. Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTMaus auch | και, επίσηςa. Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT
- χειριστήριοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nMaus Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTMaus Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT