„ακόμα“ ακόμα [aˈkoma], ακόμη [aˈkomi]επίρρημα | Adverb adv Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) noch, noch noch ακόμα ποσοτικό ακόμα ποσοτικό (immer) noch ακόμα χρονικό ακόμα χρονικό exemples όχι ακόμα noch nicht όχι ακόμα ακόμα κι έτσι … selbst so … ακόμα κι έτσι … ακόμα και να, κι αν ακόμα … selbst wenn … ακόμα και να, κι αν ακόμα … ακόμα και τώρα auch jetzt noch, weiterhin ακόμα και τώρα masquer les exemplesmontrer plus d’exemples