Traduction Grec-Allemand de "μικρό"

"μικρό" - traduction Allemand

μικρό
[miˈkro]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n

Vue d'ensemble de toutes les traductions

(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)

  • Kleinkindουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    μικρό παιδί
    Babyουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    μικρό παιδί
    μικρό παιδί
  • Jungeουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    μικρό ζώου
    μικρό ζώου
μικρό λουκάνικοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Würstchenουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό λουκάνικοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό διάλειμμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Atempauseθηλυκό | Femininum, weiblich f
μικρό διάλειμμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
δεν φτάνω κάποιον ούτε στο μικρό του δαχτυλάκι οικείο | umgangssprachlichοικ
jemandem nicht das Wasser reichen können
δεν φτάνω κάποιον ούτε στο μικρό του δαχτυλάκι οικείο | umgangssprachlichοικ
μικρό δάχτυλοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
kleiner Fingerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μικρό δάχτυλοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρόουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Kleinbuchstabeαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μικρόουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό μάρμαροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Plättchenουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό μάρμαροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό μέγεθοςουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Kleinformatουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό μέγεθοςουδέτερο | Neutrum, sächlich n
σε μικρό μέγεθος
σε μικρό μέγεθος
μικρό το κακό οικείο | umgangssprachlichοικ
das ist alles halb so wild
μικρό το κακό οικείο | umgangssprachlichοικ
μικρό κράτοςουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Kleinstaatαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μικρό κράτοςουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό αυτοκίνητοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Kleinwagenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μικρό αυτοκίνητοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό πρόστιμοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Verwarnungsgeldουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό πρόστιμοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό γράμμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Kleinbuchstabeαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μικρό γράμμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μικρό δάχτυλο
kleiner Fingerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μικρό δάχτυλο
μικρό όνομα
Vornameαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μικρό όνομα

Donnez-nous votre avis !

Comment trouvez-vous le dictionnaire en ligne de Langenscheidt ?

Nous vous remercions pour votre évaluation !

Vous avez un commentaire concernant nos dictionnaires en ligne ?

Il manque une traduction, il y a une erreur ou vous voulez juste dire du bien de nous ? Il vous suffit de remplir le formulaire. L'adresse e-mail est facultative et ne sert qu'à répondre à vos demandes conformément aux règles de confidentialité.

Veuillez confirmer que vous êtes bien un être humain en cochant cette case.*

*Champ obligatoire

Veuillez remplir les champs marqués.

Nous vous remercions pour votre commentaire !

Rendez-nous visite au :