γράμμα
[ˈɣrama]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Buchstabeαρσενικό | Maskulinum, männlich mγράμμα ψηφίογράμμα ψηφίο
- Briefαρσενικό | Maskulinum, männlich mγράμμα επιστολήγράμμα επιστολή
- Schreibenουδέτερο | Neutrum, sächlich nγράμμα διοικητικός όρος | amtlichδιοικγράμμα διοικητικός όρος | amtlichδιοικ
exemples
- συστημένο γράμμαEinschreibebriefαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- επείγον γράμμαEilbriefαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- ηλεκτρονικό γράμμαMailθηλυκό και ουδέτερο | Femininum und Neutrum f/nE-Mailθηλυκό και ουδέτερο | Femininum und Neutrum f/n
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples