„Außenseite“: Femininum, weiblich AußenseiteFemininum, weiblich | θηλυκό f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) έξω μέρος, εξωτερική πλευρά έξω μέροςNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Außenseite εξωτερική πλευράFemininum, weiblich | θηλυκό f Außenseite Außenseite