τρένο
[ˈtreno]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Zugαρσενικό | Maskulinum, männlich mτρένοτρένο
exemples
-
- τρένο με ανταπόκρισηAnschlusszugαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- τρένο μεγάλων αποστάσεωνFernzugαρσενικό | Maskulinum, männlich m
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples