Traduction Grec-Allemand de "μάρτυρας"

"μάρτυρας" - traduction Allemand

μάρτυρας
[ˈmartiras]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f

Vue d'ensemble de toutes les traductions

(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)

  • Zeugeαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    μάρτυρας νομικός όρος | Rechtswesenνομ εποχής
    Zeuginθηλυκό | Femininum, weiblich f
    μάρτυρας νομικός όρος | Rechtswesenνομ εποχής
    μάρτυρας νομικός όρος | Rechtswesenνομ εποχής
  • Märtyrerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
    μάρτυρας πίστεως, ιδεολογίας
    μάρτυρας πίστεως, ιδεολογίας
exemples
  • πεθαίνω ως μάρτυρας
    den Märtyertod sterben
    πεθαίνω ως μάρτυρας
  • μάρτυρας αξιόποινης πράξης
    Tatzeugeαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    Tatzeuginθηλυκό | Femininum, weiblich f
    μάρτυρας αξιόποινης πράξης
  • μάρτυρας κατηγορίας
    Belastungszeugeαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    Belastungszeuginθηλυκό | Femininum, weiblich f
    μάρτυρας κατηγορίας
  • masquer les exemplesmontrer plus d’exemples
βασικός μάρτυραςαρσενικό | Maskulinum, männlich m κατηγορίας
Hauptbelastungszeugeαρσενικό | Maskulinum, männlich m
βασικός μάρτυραςαρσενικό | Maskulinum, männlich m κατηγορίας
κύριος μάρτυραςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Kronzeugeαρσενικό | Maskulinum, männlich m
κύριος μάρτυραςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
κύρια μάρτυραςθηλυκό | Femininum, weiblich f
Kronzeuginθηλυκό | Femininum, weiblich f
κύρια μάρτυραςθηλυκό | Femininum, weiblich f
βασικός μάρτυραςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Hauptzeugeαρσενικό | Maskulinum, männlich m
βασικός μάρτυραςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
βασικός μάρτυραςαρσενικό | Maskulinum, männlich m υπεράσπισης
Hauptentlastungszeugeαρσενικό | Maskulinum, männlich m
βασικός μάρτυραςαρσενικό | Maskulinum, männlich m υπεράσπισης
βασική μάρτυραςθηλυκό | Femininum, weiblich f κατηγορίας
Hauptbelastungszeuginθηλυκό | Femininum, weiblich f
βασική μάρτυραςθηλυκό | Femininum, weiblich f κατηγορίας
βασική μάρτυραςθηλυκό | Femininum, weiblich f
Hauptzeuginθηλυκό | Femininum, weiblich f
βασική μάρτυραςθηλυκό | Femininum, weiblich f
βασική μάρτυραςθηλυκό | Femininum, weiblich f υπεράσπισης
Hauptentlastungszeuginθηλυκό | Femininum, weiblich f
βασική μάρτυραςθηλυκό | Femininum, weiblich f υπεράσπισης

Donnez-nous votre avis !

Comment trouvez-vous le dictionnaire en ligne de Langenscheidt ?

Nous vous remercions pour votre évaluation !

Vous avez un commentaire concernant nos dictionnaires en ligne ?

Il manque une traduction, il y a une erreur ou vous voulez juste dire du bien de nous ? Il vous suffit de remplir le formulaire. L'adresse e-mail est facultative et ne sert qu'à répondre à vos demandes conformément aux règles de confidentialité.

Veuillez confirmer que vous êtes bien un être humain en cochant cette case.*

*Champ obligatoire

Veuillez remplir les champs marqués.

Nous vous remercions pour votre commentaire !

Rendez-nous visite au :