walten
intransitives Verb | αμετάβατο ρήμα v/iVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- επικρατώwaltenwalten
exemples
- schalten und walten in übertragenem Sinn | μεταφορικάfigδούναι και λαβείν
- παραχωρώ απόλυτη πρωτοβουλία σε κάποιον