Plan
Maskulinum, männlich | αρσενικό m <-(e)s; Pläne>Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- σχέδιοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nPlan VorhabenπρόγραμμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο nPlan VorhabenPlan Vorhaben
- διάγραμμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο nPlan KonzeptPlan Konzept
- σχεδιάγραμμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο nPlan GrundrissσχέδιοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nPlan GrundrissPlan Grundriss
- χάρτηςMaskulinum, männlich | αρσενικό mPlan StadtplanPlan Stadtplan
- δρομολόγιοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nPlan FahrplanPlan Fahrplan
exemples
-
- nach Plan verlaufenεξελίσσομαι σύμφωνα με το σχέδιο
-
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples