διάγραμμα
[ðiˈaɣrama]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Entwurfαρσενικό | Maskulinum, männlich mδιάγραμμα σχεδίασμαPlanαρσενικό | Maskulinum, männlich mδιάγραμμα σχεδίασμαδιάγραμμα σχεδίασμα
- Diagrammουδέτερο | Neutrum, sächlich nδιάγραμμα γραμμική αναπαράστασηδιάγραμμα γραμμική αναπαράσταση
- Zusammenfassungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιάγραμμα περίληψηδιάγραμμα περίληψη
exemples
- διάγραμμα πίταςKreisdiagrammουδέτερο | Neutrum, sächlich nTortendiagrammουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- διάγραμμα ράβδωνBalkendiagrammουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- διάγραμμα ροήςFlussdiagrammουδέτερο | Neutrum, sächlich n
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples