„Mai“: Maskulinum, männlich MaiMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-(e)s; -; -e> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Μάιος, Μάης ΜάιοςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Mai ΜάηςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Mai Mai exemples der erste Mai ΠρωτομαγιάFemininum, weiblich | θηλυκό f der erste Mai wie einst im Mai in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig όπως τον παλιό καιρό wie einst im Mai in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig