„hindurch“: Adverb hindurchAdverb | επίρρημα adv Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) διά μέσου, σε όλη τη διάρκεια, μέσα απ’ αυτό, από μέσα διά μέσουGenitiv | γενική gen hindurch räumlich μέσα απ’ αυτό, από μέσα hindurch räumlich hindurch räumlich σε όλη τη διάρκειαGenitiv | γενική gen hindurch zeitlich hindurch zeitlich exemples die ganze Nacht hindurch όλη τη νύχτα die ganze Nacht hindurch