„freistellen“: transitives Verb freistellentransitives Verb | μεταβατικό ρήμα v/t Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) πήρε απαλλαγή από το μάθημα την άφησαν να αποφασίσει πότε θέλει να ξεκινήσει δουλειά exemples er ist vom Unterricht freigestellt πήρε απαλλαγή από το μάθημα er ist vom Unterricht freigestellt sie haben ihr freigestellt, wann sie anfangen möchte zu arbeiten την άφησαν να αποφασίσει πότε θέλει να ξεκινήσει δουλειά sie haben ihr freigestellt, wann sie anfangen möchte zu arbeiten