Feld
Neutrum, sächlich | ουδέτερο n <-(e)s; -er>Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Feld Acker
- πεδίοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nFeld Bereich in übertragenem Sinn | μεταφορικάfigFeld Bereich in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig
- πεδίοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n μάχηςFeld Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMILFeld Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMIL
- γήπεδοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nFeld Sport | αθλητισμόςSPORT PlatzFeld Sport | αθλητισμόςSPORT Platz
exemples
-
- es gibt ein starkes Feld im 400mυπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός στα 400m