„Betrachtungsweise“: Femininum, weiblich BetrachtungsweiseFemininum, weiblich | θηλυκό f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) έχει μια τελείως διαφορετική οπτική γωνία exemples sie hat eine völlig andere Betrachtungsweise έχει μια τελείως διαφορετική οπτική γωνία sie hat eine völlig andere Betrachtungsweise