τόνος
[ˈtonos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Tonαρσενικό | Maskulinum, männlich mτόνος μουστόνος μουσ
- Tonfallαρσενικό | Maskulinum, männlich mτόνος φωνήςτόνος φωνής
- Akzentαρσενικό | Maskulinum, männlich mτόνος γραμματική | Grammatikγραμμτόνος γραμματική | Grammatikγραμμ
exemples
- τόνος ήρεμης συζήτησηςPlaudertonαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- τόνος κατειλημμένου τηλεφωνία, τηλεπικοινωνία | Telefon, TelekommunikationτηλεφBelegtzeichenουδέτερο | Neutrum, sächlich nBesetzttonαρσενικό | Maskulinum, männlich m