τσάρτερ
[ˈtsarter]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Chartermaschineθηλυκό | Femininum, weiblich fτσάρτερ αεροπορία | Luftfahrtαεροπτσάρτερ αεροπορία | Luftfahrtαεροπ
exemples
- πτήσηθηλυκό | Femininum, weiblich f τσάρτερCharterflugαρσενικό | Maskulinum, männlich m