„ταξίδι“: ουδέτερο ταξίδι [taˈksiði]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Reise, Fahrt Reiseθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι ταξίδι Fahrtθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι διαδρομή ταξίδι διαδρομή exemples καλό ταξίδι! gute Reise! καλό ταξίδι! πάω ταξίδι verreisen πάω ταξίδι είμαι ταξίδι verreist sein είμαι ταξίδι είμαι σε ταξίδι για δουλειές beruflich unterwegs sein είμαι σε ταξίδι για δουλειές ορφωτικό ταξίδι Studienreiseθηλυκό | Femininum, weiblich f ορφωτικό ταξίδι γαμήλιο ταξίδι Hochzeitsreiseθηλυκό | Femininum, weiblich f γαμήλιο ταξίδι ένα ταξίδι στη Γερμανία eine Deutschlandreise ένα ταξίδι στη Γερμανία ταξίδι για εκμάθηση γλώσσας Sprachreiseθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι για εκμάθηση γλώσσας ταξίδι ζωής Traumreiseθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι ζωής ταξίδι με ατμόπλοιο Dampferfahrtθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι με ατμόπλοιο ταξίδι με γκρουπ Gruppenreiseθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι με γκρουπ ταξίδι με ποταμόπλοιο Flussschifffahrtθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι με ποταμόπλοιο ταξίδι με σχεδία Floßfahrtθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι με σχεδία ταξίδι μετ’ επιστροφής Hin- und Rückwegαρσενικό | Maskulinum, männlich m ταξίδι μετ’ επιστροφής ταξίδι μιας ημέρας Tagesreiseθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι μιας ημέρας ταξίδι παραγωγικότητας Incentivereiseθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι παραγωγικότητας ταξίδι πηγαιμού Anfahrtswegαρσενικό | Maskulinum, männlich m ταξίδι πηγαιμού ταξίδι της επιστροφής Rückfahrtθηλυκό | Femininum, weiblich f Rückreiseθηλυκό | Femininum, weiblich f ταξίδι της επιστροφής ταξίδι τρόμου Horrortripαρσενικό | Maskulinum, männlich m ταξίδι τρόμου ταξίδι της ζωής Lebenswegαρσενικό | Maskulinum, männlich m ταξίδι της ζωής masquer les exemplesmontrer plus d’exemples