συναγερμός
[sinajerˈmos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Alarmαρσενικό | Maskulinum, männlich mσυναγερμόςσυναγερμός
exemples
-
- συναγερμός εκτάκτου ανάγκηςKatastrophenalarmαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- συναγερμός πυρκαγιάςFeueralarmαρσενικό | Maskulinum, männlich mFeuermelderαρσενικό | Maskulinum, männlich m
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples