κατάδυση
[kaˈtaðisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Tauchenουδέτερο | Neutrum, sächlich nκατάδυσηκατάδυση
exemples
- καταδύσειςTauchsportαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- Turmspringenουδέτερο | Neutrum, sächlich n