Traduction Grec-Allemand de "ζώνη"

"ζώνη" - traduction Allemand

ζώνη
[ˈzoni]θηλυκό | Femininum, weiblich f

Vue d'ensemble de toutes les traductions

(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)

  • Gürtelαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    ζώνη ρούχου
    ζώνη ρούχου
  • Gurtαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    ζώνη αυτοκινήτου
    ζώνη αυτοκινήτου
  • Zoneθηλυκό | Femininum, weiblich f
    ζώνη περιοχή
    ζώνη περιοχή
exemples
  • ζώνη αστεροειδών
    Asteroidengürtelαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    ζώνη αστεροειδών
  • ζώνη ασφαλείας
    Sicherheitsgurtαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    Haltegurtαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    ζώνη ασφαλείας
  • ζώνη ισχύος συλλογικής σύμβασης εργασίας
    Tarifzoneθηλυκό | Femininum, weiblich f
    ζώνη ισχύος συλλογικής σύμβασης εργασίας
  • masquer les exemplesmontrer plus d’exemples
επικίνδυνη ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Gefahrenzoneθηλυκό | Femininum, weiblich f
επικίνδυνη ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
κλιματική ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Klimazoneθηλυκό | Femininum, weiblich f
κλιματική ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
προστατευτική ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f νεφρών
Nierenschützerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
προστατευτική ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f νεφρών
δένω τη ζώνη ασφαλείας
sich angurten
δένω τη ζώνη ασφαλείας
προβληματική ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Problemzoneθηλυκό | Femininum, weiblich f
προβληματική ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
ουδέτερη ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Niemandslandουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ουδέτερη ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
θερμαντική ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f νεφρών
Nierenwärmerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
θερμαντική ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f νεφρών
μεθοριακή ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Grenzbereichαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μεθοριακή ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
δερμάτινη ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Ledergürtelαρσενικό | Maskulinum, männlich m
δερμάτινη ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
εμπόλεμη ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Kriegsgebietουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εμπόλεμη ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
ελαστική ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Stretchbundαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ελαστική ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
χτύπημα κάτω από τη ζώνηκαι | und κ. μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
Tiefschlagαρσενικό | Maskulinum, männlich m
χτύπημα κάτω από τη ζώνηκαι | und κ. μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
παραμεθόρια ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Grenzlandουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Randgebietουδέτερο | Neutrum, sächlich n
παραμεθόρια ζώνηθηλυκό | Femininum, weiblich f

Donnez-nous votre avis !

Comment trouvez-vous le dictionnaire en ligne de Langenscheidt ?

Nous vous remercions pour votre évaluation !

Vous avez un commentaire concernant nos dictionnaires en ligne ?

Il manque une traduction, il y a une erreur ou vous voulez juste dire du bien de nous ? Il vous suffit de remplir le formulaire. L'adresse e-mail est facultative et ne sert qu'à répondre à vos demandes conformément aux règles de confidentialité.

Veuillez confirmer que vous êtes bien un être humain en cochant cette case.*

*Champ obligatoire

Veuillez remplir les champs marqués.

Nous vous remercions pour votre commentaire !

Rendez-nous visite au :