ζημιογόνος
[zimioˈɣonos], ζημιογόνος, ζημιογόνοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- schädlichζημιογόνοςζημιογόνος
exemples
- ζημιογόνος για την επιχείρηση