„ευγενικός“ ευγενικός [evjeniˈkos], ευγενική, ευγενικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) höflich, freundlich, nett höflich ευγενικός ευγενικός freundlich, nett ευγενικός φιλικός ευγενικός φιλικός exemples πολύ ευγενικό από μέρους σου/σας! sehr nett von dir/Ihnen! πολύ ευγενικό από μέρους σου/σας!