ζωτικός
[zotiˈkos], ζωτική, ζωτικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Lebens-ζωτικός αναφερόμενος στη ζωήζωτικός αναφερόμενος στη ζωή
- ζωτικός θεμελιώδους σημασίας
- lebenswichtigζωτικός απαραίτητος για τη ζωήζωτικός απαραίτητος για τη ζωή
- ζωτικός γεμάτος ζωή