Zierde
Femininum, weiblich | θηλυκό f <-; -n>Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- διακόσμησηNeutrum, sächlich | ουδέτερο nZierdeZierde
- ελκυστικό στοιχείοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nZierde in übertragenem Sinn | μεταφορικάfigZierde in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig