„Wandverkleidung“: Femininum, weiblich WandverkleidungFemininum, weiblich | θηλυκό f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) επιτοίχια επένδυση, επένδυση από ξύλο επιτοίχια επένδυσηFemininum, weiblich | θηλυκό f Wandverkleidung Wandverkleidung επένδυσηFemininum, weiblich | θηλυκό f από ξύλο Wandverkleidung aus Holz Wandverkleidung aus Holz