„Tropenholz“: Neutrum, sächlich TropenholzNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) ξύλο από τροπικό δάσος ξύλοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n από τροπικό δάσος Tropenholz Tropenholz