„Tretmine“: Femininum, weiblich TretmineFemininum, weiblich | θηλυκό f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) νάρκη κατά προσωπικού νάρκηFemininum, weiblich | θηλυκό f κατά προσωπικού Tretmine Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMIL Tretmine Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMIL