„toben“: intransitives Verb tobenintransitives Verb | αμετάβατο ρήμα v/i Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) λυσσώ, φρενιάζω, βράζω από το θυμό μου, μαίνομαι λυσσώ, φρενιάζω, βράζω από το θυμό μου toben wütend sein toben wütend sein μαίνομαι toben Sturm toben Sturm