Protokoll
Neutrum, sächlich | ουδέτερο n <-s; -e>Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- πρωτόκολλοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nProtokollProtokoll
- πρακτικάNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου nplProtokoll einer SitzungProtokoll einer Sitzung
- ιστορικόNeutrum, sächlich | ουδέτερο nProtokoll Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT von VorgangProtokoll Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT von Vorgang
- πρωτόκολλοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nProtokoll NetzwerkProtokoll Netzwerk