„Grundstück“: Neutrum, sächlich GrundstückNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) ακίνητο, οικόπεδο, κτήμα ακίνητοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Grundstück οικόπεδοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Grundstück κτήμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Grundstück Grundstück