Gesamtauflage
Femininum, weiblich | θηλυκό fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- συνολικά εκδοθέντα αντίτυπαNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου nplGesamtauflage von BuchGesamtauflage von Buch
- συνολική κυκλοφορίαFemininum, weiblich | θηλυκό fGesamtauflage von ZeitungGesamtauflage von Zeitung