„Flieger“: Maskulinum, männlich FliegerMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -> umgangssprachlich | οικείοumg Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) αεροπλάνο, αεροπόρος αεροπλάνοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Flieger Flugzeug Flieger Flugzeug αεροπόροςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Flieger Pilot Flieger Pilot