„Doppelband“: Maskulinum, männlich DoppelbandMaskulinum, männlich | αρσενικό m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) δίτομο έργο, τόμος διπλάσιου μεγέθους δίτομο έργοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Doppelband Buch in zwei Bänden Doppelband Buch in zwei Bänden τόμοςMaskulinum, männlich | αρσενικό m διπλάσιου μεγέθους Doppelband Buch mit doppeltem Umfang Doppelband Buch mit doppeltem Umfang