„Balken“: Maskulinum, männlich BalkenMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) δοκάρι, δοκός δοκάριNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Balken Sport | αθλητισμόςSPORT δοκόςFemininum, weiblich | θηλυκό f Balken Sport | αθλητισμόςSPORT Balken Sport | αθλητισμόςSPORT