„Artenschutz“: Maskulinum, männlich ArtenschutzMaskulinum, männlich | αρσενικό m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) προστασία ειδών που απειλούνται από εξαφάνιση προστασίαFemininum, weiblich | θηλυκό f ειδών που απειλούνται από εξαφάνιση Artenschutz Artenschutz