χρήστης
[ˈxristis]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Benutzerαρσενικό | Maskulinum, männlich mχρήστηςχρήστης
- Userαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fχρήστης ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υBenutzerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fχρήστης ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υAnwenderαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fχρήστης ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υχρήστης ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ
- Nutznießerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fχρήστης νομικός όρος | Rechtswesenνομχρήστης νομικός όρος | Rechtswesenνομ
exemples
- χρήστης Η/ΥPC-Benutzerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
- χρήστης ηρωίνηςHeroinabhängige(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f
- χρήστης ΊντερνετInternetnutzerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fInternetuserαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples