φαντασμένος
[fandazˈmenos], φαντασμένη, φαντασμένοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- eingebildetφαντασμένος αλαζόναςφαντασμένος αλαζόνας
- hochgestochenφαντασμένος ύφος γραφήςφαντασμένος ύφος γραφής