υπάλληλος
[iˈpalilos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
exemples
- υπάλληλος ασφαλείαςSicherheitsbeamterαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -beamtinθηλυκό | Femininum, weiblich f
- υπάλληλος γραφείουBürokraftθηλυκό | Femininum, weiblich f
- υπάλληλος γκισέ εισιτηρίωνSchalterbeamter, -beamtinθηλυκό | Femininum, weiblich f
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples