„τουλούμι“: ουδέτερο τουλούμι [tuˈlumi]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) es regnet in Strömen exemples βρέχει με το τουλούμι es regnet in Strömen βρέχει με το τουλούμι