„ταλαντεύομαι“: αποθετικό ρήμα ταλαντεύομαι [talanˈdevome]αποθετικό ρήμα | Deponens dep <-τηκα> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) pendeln, schwingen, schwanken pendeln, schwingen ταλαντεύομαι κινούμαι ρυθμικά ταλαντεύομαι κινούμαι ρυθμικά schwanken ταλαντεύομαι διστάζω ταλαντεύομαι διστάζω