σωματείο
[somaˈtio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Verbandαρσενικό | Maskulinum, männlich mσωματείο ένωσηVereinαρσενικό | Maskulinum, männlich mσωματείο ένωσησωματείο ένωση
- Gewerkschaftθηλυκό | Femininum, weiblich fσωματείο συνδικάτοσωματείο συνδικάτο