σοβαρότητα
[sovaˈrotita]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Ernstαρσενικό | Maskulinum, männlich mσοβαρότητα κατάστασης, ύφουςσοβαρότητα κατάστασης, ύφους
- Ernsthaftigkeitθηλυκό | Femininum, weiblich fσοβαρότητα του χαρακτήρασοβαρότητα του χαρακτήρα
- Seriositätθηλυκό | Femininum, weiblich fσοβαρότητα αξιοπιστίασοβαρότητα αξιοπιστία