„σερφάρω“: αμετάβατο ρήμα σερφάρω [serˈfaro]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i <-α> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) surfen surfen σερφάρω αθλητισμός | Sportαθλ ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ σερφάρω αθλητισμός | Sportαθλ ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ exemples σερφάρω στο Ίντερνετ im Internet surfen σερφάρω στο Ίντερνετ